Ενώ οι βόρειοι γείτονές μας στην κυριολεξία δεν έχουν βρει την εθνική τους αναφορά-ταυτότητα, έστω και ένα εθνοτικό στίγμα κλέβοντας φανερά ξένη εθνογραφία - παράδοση - πορεία - γίγνεσθαι, εμείς τους βοηθάμε σε αυτή την κλοπή.

Παρά τις “πιέσεις” που “ασκούνται” στη γειτονική χώρα με υποδείξεις για επίλυση του θέματος του ονόματος όσο το δυνατό συντομότερο πριν από το Δεκέμβριο, παρά τις οδηγίες από κοινοτικούς εταίρους και εμπειρογνώμονες για αποφυγή δημοψηφίσματος προς επικύρωση ή όχι τυχόν συμφωνίας του ζητήματος, παρά τα χαμόγελα και τις εκατέρωθεν φιλοφρονήσεις μεταξύ του έλληνα πρωθυπουργού με τον αντίστοιχο της γειτονικής χώρας στις Βρυξέλλες και ενδεχομένως τη μυστική διπλωματία που μπορεί να ασκείται παράλληλα με όλα αυτά, δεν πρέπει να αγνοηθεί ή να ξεχαστεί η ουσία, το νόημα του όλου ζητήματος.
Τα Σκόπια κατηγορούν την Αθήνα ότι τους έχει επιβάλει το ζήτημα της αλλαγής του ονόματος, αίτημα παράλογο όπως ισχυρίζονται, και επιχειρείται στέρηση του δικαιώματος του αυτοπροσδιορισμού τους. Όσο και αν θέλουμε να κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, δεν έχουμε κατανοήσει ότι το όλο πρόβλημα είναι κυρίως εθνοτικό-εθνολογικό, με τη φιλοδοξότερη στα ιστορικά χρονικά προσπάθεια παγίωσης μιας εθνικής ταυτότητας που δεν υπήρχε ποτέ στο ιστορικό γίγνεσθαι, πράγμα που συνιστά τη μεγαλύτερη, υπουλότερη και αισχρότερη ιστορική απάτη που θα γνωρίσει ποτέ ο κόσμος. Το σύνθημα “Makedonija na Makedoncite” (“Η Μακεδονία στους Μακεδόνες”), που είχε εισαγάγει ο βουλγαρικός διεκδικητισμός τους δύο περασμένους αιώνες, με την καλά κρυμμένη σταθερή πορεία του εκβουλγαρισμού του μακεδονικού χώρου, συνεχίζεται και σήμερα. Είναι αυτό που έχουμε αναφέρει πλειστάκις ότι συμβαίνει: η βίαιη αποκόλληση, εθνοτικά - εθνικά - εθνολογικά, του όρου Μακεδών από τον όρο Έλλην, οπότε, μετά τον όρο Μακεδών-Μακεδονικός, μπορεί να δοθεί οποιαδήποτε ερμηνεία - χροιά - εθνική απόχρωση και κατεύθυνση.
Με ένα μικρό διάλειμμα κατά την εποχή του μεσοπολέμου και έπειτα, επί Τίτο, με την προσπάθεια αποβουλγαρισμού της άμορφης σλαβικής μάζας της γειτονικής σημερινής χώρας αλλά με σαφές φιλοβουλγαρικό εθνοτικό εκδηλωτισμό και βίαιη, σε μερικές περιπτώσεις, “μακεδονοποίηση” της σερβικής βεβαίως απόκλισης, βρισκόμαστε σήμερα στη σύγχρονη φάση του βουλγαρικού διεκδικητισμού, παρότι η “μητέρα Βουλγαρία” πολλές φορές δεν μπορεί να μαζέψει τα άτακτα παιδιά του “μακεδονισμού” που εκείνη εξέθρεψε και τράνωσε (βλέπε δηλώσεις του βούλγαρου προέδρου Γκεόργκι Παρβάνοφ και του βούλγαρου πρωθυπουργού Μπόικο Μπορίσοφ, που με ιδιαίτερη “μητρική” σφοδρότητα στράφηκαν κατά των απόψεων-διακηρύξεων του Νίκολα Γκρούεφσκι στη διάρκεια της επίσκεψής του στην Αυστραλία, 25-27 Οκτωβρίου, περί του ενιαίου του μακεδονικού χώρου και έθνους).
Εδώ ακριβώς έγκειται το πρόβλημα. Ο σλαβισμός αποεθνικοποίησε τον όρο “Μακεδών” από το πανάρχαιο διά μέσου των αιώνων ελληνικό περιεχόμενό του αυθαίρετα και ανιστόρητα και τώρα, με αρκετή δόση αρχαιοπρέπειας, τον παρουσιάζει ως την “αυθεντική του μορφή, γιατί μέχρι τώρα ο ʽελληνικός εθνικισμός και η διεθνής ιστορική συνομωσία την είχαν αποκρύψει από όλο τον κόσμοʼ”. Και εμείς πιστεύουμε ότι θα βρεθεί συμβιβαστική λύση με “όνομα γεωγραφικό erga omnes” με τη μοναδική και ομολογουμένως απύθμενη αφέλεια που μας χαρακτηρίζει. Αν θα υπάρξει αυτός ο συμβιβασμός, θα είναι του τύπου -όπως αρχίζει να διαφαίνεται- “Βόρεια Δημοκρατία της Μακεδονίας”, που αφήνει άθικτο το “Δημοκρατία της Μακεδονίας”, και εμείς θα έχουμε γίνει νεκροθάφτες -και μάλιστα ικανοποιημένοι- της όποιας εθνικής εναπομείνασας αξιοπρέπειάς μας (και εθνικής μας κυριαρχίας, γιατί στο Αιγαίο υπάρχουν πλέον με την υπογραφή μας γκρίζες ζώνες ντροπής και αίσχους).
Και θα επιχειρηθεί να διδαχθεί επισήμως πλέον στα σχολεία μας ότι πάνω από τη Μακεδονία υπάρχει η Βόρεια Δημοκρατία της Μακεδονίας ή κάτι παρόμοιο, με ό,τι συνεπάγεται αυτό. Και ενώ οι βόρειοι γείτονές μας στην κυριολεξία δεν έχουν βρει την εθνική τους αναφορά-ταυτότητα, έστω και ένα εθνοτικό στίγμα, κλέβοντας φανερά ξένη εθνογραφία - παράδοση - πορεία - γίγνεσθαι, εμείς τους βοηθάμε σε αυτή την κλοπή, εμείς οι νόμιμοι κληρονόμοι της ιστορικής μας συνέχειας, νομιμοποιώντας την de jure και με “όλας τας τιμάς”, παραχωρώντας σε αυτούς τους κοινούς απατεώνες το δικαίωμα να ονομάζονται Μακεδόνες. Και θα έρθει καιρός που θα απαγορευτεί και από αυτούς και η παραμικρή αναφορά μας σε οτιδήποτε μακεδονικό.
Αδιαφορούμε για τους μακεδόνες ομοεθνείς μας στα άλλοτε ακμάζοντα ελληνικά κέντρα του βορρά -Μοναστήρι, Κρούσοβο, Στρώμνιτσα, Γευγελή, Αχρίδα-, βλέπουμε να καταστρέφεται ο διαχρονικός ελληνικός πολιτισμός σε αυτές τις περιοχές, ανεχόμαστε την κάθε λογής πρόκληση από τους γείτονές μας, αλλά διαπραγματευόμαστε για να βρεθεί “γεωγραφικό όνομα erga omnes”, για να μην “υπάρχουν νικητές και ηττημένοι”, όπως έχουμε ακούσει την ανόητη αυτή επιχειρηματολογία, που κατά τα άλλα είναι η “εθνική κόκκινη γραμμή”. Είμαστε τελικά το έθνος των ηρώων αλλά και των Εφιαλτών, που τον εξευτελισμό μας τον ονομάζουμε “έντιμο συμβιβασμό, πορεία προς το μέλλον, δημοκρατική ωριμότητα, ευρωπαϊκή αντιμετώπιση” και άλλα τέτοια φαιδρά.
Ο σλαβισμός δεν πρόκειται να αφήσει το όνειρο του Αιγαίου με τίποτε. Ως ελιγμός θα είναι τρομερός, αλλά δεν πρόκειται να υποχωρήσει παρά τα απατηλά χαρούμενα έως διαλεκτικά πρόσωπα-προσωπεία που δείχνει. Δουλεύει συστηματικά, συνεχώς, μεθοδικά, με αξιοθαύμαστο πράγματι ζήλο και όρεξη, ώστε ο “μακεδονισμός”, αποτεφρωμένος, αποστεωμένος, άνυδρος, να αποτελέσει σημείο αναφοράς (ήδη αποτελεί) με αρκετή βέβαια δόση “αρχαιοπρέπειας” κακέκτυπου τόσο στην επιστημονική κοινότητα όσο και σε κάθε μικρό φυλλάδιο που κυκλοφορεί χωρίς την ελληνική του έννοια που (η τελευταία) αναμόρφωσε όλο τον κόσμο. Σε αυτό βέβαια υποβοηθούν οι μίσθαρνοι, ψυχωτικοί και εν πολλοίς αδιάβαστοι, υποκειμενικά και παρελθοντολογικά κατάλοιπα αυτοαποκαλούμενοι “ιστορικοί” από την Ελλάδα, που στο όνομα μιας υποτιθέμενης αστήριχτης ανεδαφικής αντικειμενικότητας γράφουν πράγματα που δεν αντέχουν στην επιστημονική βάσανο, κάνοντας συνέδρια (όπως αυτό που θα γίνει στο Πανεπιστήμιο Γιούτα των ΗΠΑ το Νοέμβριο) και εκδίδοντας βιβλία που η πραγματική επιστήμη τα κονιορτοποιεί άμεσα και αποτελεσματικά. Όπως έχουμε τονίσει, η ιστορία δεν ανέχεται, δεν συμβιβάζεται και κρίνει αδέκαστα και προπαντός τιμωρεί. Ίδωμεν...

* Ο Μ. Χρυσανθόπουλος είναι καθηγητής ιστορικός, συγγραφέας, δημοσιογράφος SBS Αυστραλίας